Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Η άλλη όχθη


Στεκόσουν στην άλλη όχθη. Η ηδονή της κατοχής του
καινούργιου αμαξιού, αυτοϊκανοποίηση του εγώ, στη νήσο
των μακάριων γλειφτών. Ο εθισμός στη δόση του χρέους,
διαχειρίζεται το εσείς. Πολιτικές ερωμένες σταυρώνουν
φαντάσματα και πυροδοτούν τη σκηνή.

Περιμένοντας την Ιστορία να απελευθερωθεί στον μύθο,
ο οίκτος για τους αμνήμονες με σπρώχνει στην τελευταία
εξόρμηση. Στέκομαι στην άλλη όχθη βέβαιος πια για το
αποτέλεσμα.

Μακάριοι οι ιδόντες και πιστεύσαντες. Μακάριοι οι
λέγοντες την αλήθειαν εν παντί καιρώ. Μακάριοι οι
αντιστεκόμενοι στην κατοχή. Μακάριοι οι ομολογούντες
την καταγωγή τους.

Στέκομαι στην άλλη όχθη. Η δολοφονία της σιωπής,
ανάγκη αντίστασης στη νήσο των αρρενωπών ευνούχων.
Το Πάνθεο των Ηρώων μου δείχνει τον δρόμο.

Κωνσταντίνος Στυλιανού

«Η άλλη όχθη» , από την συλλογή : «Η παραμυθία του Πανός»

Η εξέγερση που έρχεται

Απόσπασμα από το μανιφέστο «Η εξέγερση που έρχεται» του ανώνυμου Γάλλου που υπογράφει ως «Αόρατη Επιτροπή»

«Το αίσθημά μας έλλειψης συνοχής δεν είναι παρά το αποτέλεσμα αυτή της ηλίθιας πίστης στη διάρκεια του Εγώ, και στην ελάχιστη φροντίδα που δίνουμε σ’ αυτό που μας διαμορφώνει.

Νιώθεις ίλιγγο βλέποντας απλωμένο πάνω σε έναν ουρανοξύστη το «I AM WHAT I AM» της Reebok. Η Δύση προωθεί παντού, σαν τον αγαπημένο της Δούρειο Ίππο, αυτή την αποτελειωτική αντινομία ανάμεσα στο Εγώ και τον κόσμο, το άτομο και την ομάδα, ανάμεσα στον Δεσμό και την Ελευθερία. Η ελευθερία δεν είναι η χειρονομία που λύνει τους δεσμούς μας, αλλά η πρακτική δυνατότητα να λειτουργείς πάνω σ’ αυτούς, να κινείσαι σ’ αυτούς, να τους ιδρύεις ή να τους αποκόπτειεις. Η οικογένεια δεν υπάρχει σαν κόλαση, παρά μόνο για εκείνον που έχει απαρνηθεί τη δυνατότητα να αλλάξει τους μηχανισμούς εξαχρείωσης, ή που δεν ξέρει πώς να το κάνει. Η ελευθερία να αποσχιστείς ήταν πάντα το φάντασμα της ελευθερίας. Δεν απογαλακτιζόμαστε από αυτό που μας εμποδίζει, χωρίς ταυτόχρονα να στερούμαστε αυτό πάνω στο οποίο εξασκούμε τις δυνάμεις μας.



“I AM WHAT I AM”, λοιπόν, όχι ένα απλό ψεματάκι, μια απλή διαφημιστική καμπάνια, μα μια καμπάνια στρατιωτική, μια πολεμική ιαχή προσανατολισμένη ενάντια σε όλα όσα υπάρχουν ανάμεσα στους ανθρώπους, ενάντια σ’ όλο αυτό που κυκλοφορεί συγκεχυμένα, σε όλο αυτό που τα συνδέει αόρατα, ενάντια σ’ όλο αυτό που στήνει εμπόδια στην τέλεια ερήμωση, ενάντια σ’ όλο αυτό που κάνει να υπάρχουμε και ο κόσμος να μην έχει παντού την όψη ενός αυτοκινητόδρομου, ενός πάρκου αναψυχής, ή μιας καινούριας πόλης: καθαρή πλήξη, χωρίς πάθος και καλότακτοποιημένος, άδειος χώρος, παγωμένος, όπου δεν κινείται τίποτα παρά σώματα καταγεγραμμένα, αυτοκίνητα μόρια και ιδανικά εμπορεύματα.»

Ο γκρεμιστής


«Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο κτίστης,

ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.

Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.

Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.

Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,

πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.

εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης

του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης

και με το καριοφίλι μου και με τ’ απελατίκι

την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι.

Κάλλιο φυτρώστε, αγκριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,

κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι και κάλλιο ανοίχτε τάφοι,

και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε αίμα,

παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα.

Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια

ξανάρχεται. Καλώς να ‘ρθει. Γκρεμίζω την ασκήμια.

Είμ’ ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το ‘χει

το δείλιασμα κι όλο ρωτά και μήτε ναι μήτε όχι

δεν του αποκρίνεται κανείς, και πάει κι όλο προσμένει

το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει.

Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω,

και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο.

Τάχα ποιος μάγος, ποιο στοιχειό του δούλεψε τ’ ατσάλι

και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,

και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω,

και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Οχι να βροντήξω;

Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας όποιοι είστε

γκρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!»

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Με κάθε αντίο, μαθαίνεις [του Χορχε λουϊ Μπορχες]


Μετά από λίγο μαθαίνεις την ανεπαίσθητη διαφορά ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι και να αλυσοδένεις μια ψυχή…

Και μαθαίνεις πως αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι και συντροφικότητα δε σημαίνει ασφάλεια Και αρχίζεις να μαθαίνεις πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα Με τη χάρη μιας γυναίκας και όχι με τη θλίψη ενός παιδιού Και μαθαίνεις να φτιάχνεις όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα, γιατί το έδαφος του Αύριο είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής.

Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις. Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου μπορεί να σου κάνει κακό. Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ αντί να περιμένεις κάποιοννα σου φέρει λουλούδια Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη Και ότι, αλήθεια, αξίζεις Και μαθαίνεις. μαθαίνεις με κάθε αντίο μαθαίνεις..

Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για όλα τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου ˙ όμως μπορώ να σ’ ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου. Δεν μπορώ ν’ αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου. Όμως όταν με χρειάζεσαι θα είμαι εκεί μαζί σου. Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματα σου. Μόνο μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου να κρατηθείς και να μη πέσεις. Οι χαρές σου, οι θρίαμβοι και οι επιτυχίες σου δεν είναι δικές μου.

Όμως ειλικρινά απολαμβάνω να σε βλέπω ευτυχισμένο. Δεν μπορώ να περιορίσω μέσα σε όρια αυτά που πρέπει να πραγματοποιήσεις, όμως θα σου προσφέρω τον ελεύθερο χώρο που χρειάζεσαι για να μεγαλουργήσεις. Δεν μπορώ να αποτρέψω τις οδύνες σου όταν κάποιες θλίψεις σου σκίζουν την καρδιά, όμως μπορώ να κλάψω μαζί σου και να μαζέψω τα κομμάτια της για να την φτιάξουμε ξανά πιο δυνατή.

Δεν μπορώ να σου πω ποιος είσαι ούτε ποιος πρέπει να γίνεις. Μόνο μπορώ να σ’ αγαπώ όπως είσαι και να είμαι φίλος σου. Αυτές τις μέρες σκεφτόμουν τους φίλους μου και τις φίλες μου, δεν ήσουν πάνω ή κάτω ή στη μέση. Δεν ήσουν πρώτος ούτε τελευταίος στη λίστα. Δεν ήσουν το νούμερο ένα ούτε το τελευταίο. Να κοιμάσαι ευτυχισμένος. Να εκπέμπεις αγάπη. Να ξέρεις ότι είμαστε εδώ περαστικοί. Ας βελτιώσουμε τις σχέσεις με τους άλλους. Να αρπάζουμε τις ευκαιρίες. Να ακούμε την καρδιά μας. Να εκτιμούμε τη ζωή. Πάντως δεν έχω την αξίωση να είμαι ο πρώτος, ο δεύτερος ή ο τρίτος στη λίστα σου. Μου αρκεί που με θέλεις για φίλο.

Ευχαριστώ που είμαι.

Χορχε Λουϊ Μπορχες

πηγή : Λευτέρης Πανούσης blog

Tαυροκαθάψια



Τα ταυροκαθάψια ήταν άθλημα της μινωικής εποχής, στο οποίο ο αθλητής εκτελούσε άλματα πάνω από τον ταύρο.
Έχουν βρεθεί αρκετές παραστάσεις και στην Κρήτη (τοιχογραφίες, αγαλματίδια, σφραγίδες) αλλά και σε άλλα
μέρη της Ελλάδας (Πύλος, Τίρυνθα) και στη Μικρά Ασία (Σμύρνη).

Η γιορτή ήταν αφιερωμένη στο θεό Ποσειδώνα. Το άθλημα, αντίθετα με την ταυρομαχία, δεν απαιτούσε το φόνο των ταύρων. Ο σκοπός του ήταν να αναδείξει την τόλμη και την ευλυγισία των αθλητών. Τέσσερις άνδρες και γυναίκες κρατούσαν ξύλινα ρόπαλα και, τριγυρίζοντας τον ταύρο, ένας από αυτούς προσπαθούσε να ανέβει στη ράχη του ζώου και κρατώντας τα κέρατα του εκτελούσε διάφορες ακροβατικές ασκήσεις.

Η τοιχογραφία των ταυροκαθαψίων -παγκόσμια γνωστή αντιπρόσωπος της τέχνης του μινωικού πολιτισμού- τοποθετείται στη Μέση Μινωική ΙΙΙ – Ύστερη Μινωική ΙΒ (17ος-15ος Π.Κ.Ε. αι.) και βρέθηκε σε τοίχο της ανατολικής πλευράς του ανακτόρου της Κνωσού, στην αυλή του Λίθινου Στομίου. Είναι ζωγραφική σε γυψοκονία και το ύψος της εικόνας μετά την αποκατάσταση φθάνει τα 78,2 εκ. Το θέμα του έργου είναι σκηνή ταυροπαιδιάς, στην οποία παίρνουν μέρος άνδρες και γυναίκες και περιβάλλεται από απεικονίσεις λίθων πιθανώς και αφηρημένα γραμμικά διακοσμητικά μοτίβα. Το έργο στο σύνολό του είναι δισδιάστατο, εκτός από τις έντονες γραμμές στο στήθος, τις κνήμες και τους μηρούς των γυναικών, που προδίδουν την προσπάθεια του καλλιτέχνη να αποδώσει τον όγκο και το βάθος, στοιχείο σπάνιο για τη συγκεκριμένη περίοδο.

Ένας υπερήφανος άγριος…

Ο Λύκος… Ένα σύμβολο για πάρα πολλούς αρχαίους πολιτισμούς και φυλές, με σημαντική θέση στην μυθολογία του κάθε λαού. Στις παλαιότερες κοινωνίες της προϊστορίας οι λύκοι είχαν έναν ξεχωριστό σεβασμό, καθώς ήταν «δάσκαλοι» για τους ανθρώπους, οι οποίοι τους έδιναν μία σημαντική θέση θρησκευτικού συμβόλου στα τοτέμ τους.


Ο λύκος είναι από τα πιο παρεξηγημένα άγρια ζώα σήμερα και από τον αντιπαραδοσιακό άνθρωπο, θεωρείται ως η προσωποποίηση του κακού. Παρ’ όλ’ αυτά ο λύκος δεν μισούσε τον άνθρωπο ποτέ, ούτε ο άνθρωπος τον λύκο σε παλαιότερες εποχές και φυλές. Αν και αργότερα ο ζωτικός χώρος του λύκου απειλήθηκε εκτεταμένα, οι επιστήμονες σήμερα τείνουν στο συμπέρασμα ότι δεν αιχμαλώτισε ο άνθρωπος τον λύκο για να τον εξημερώσει, αλλά συνέβη το αντίθετο. Πρώτος ο λύκος πλησίασε τις ομάδες των ανθρώπων για φαγητό, ώστε να αρχίσει σταδιακά να συμβιώνει με αυτούς. Οι λύκοι, είναι γνωστοί για τις δυνάμεις προσαρμογής και την εξέλιξή τους. Έχουν έναν κοινωνικό και ευφυή χαρακτήρα. Ζουν σε πολύ καλά οργανωμένες αγέλες με σεβασμό στην ιεραρχία αλλά και με υψηλό αίσθημα υπερηφάνειας. Συμβολίζουν την ενότητα και την αντοχή. Αντιπροσωπεύουν επίσης την αφοσίωση και τη φιλία, ιδίως σχετιζόμενοι με τους απογόνους τους τα σκυλιά.  Πολλές φορές ο χαρακτήρας τους, τους κάνει μοναχόλυκους.

Ο λύκος όμως είναι τρομερά πιστός στο ταίρι του και έχει ισχυρή την αίσθηση της οικογένειας. Το όπλο του στην μάχη δεν είναι τόσο η δύναμη, αλλά κυρίως η εξυπνάδα και η τακτική. Επίσης είναι ένας τέλειος ανιχνευτής! Οι ινδιάνοι που ήταν νομάδες είχαν τον Λύκο σαν δάσκαλο – ανιχνευτή  για το πώς ζει κυνηγώντας και πως ελέγχει την περιοχή του. Ο ζωτικός χώρος είναι μία έμφυτη αίσθηση που έχει. Ο Λύκος δεν  δέχεται όρια. Ο Λύκος είναι αυτός που ορίζει τα όριά του.

Ο Λύκος είναι αυτός που έθρεψε τον ιδρυτή της «αιώνιας Ρώμης» κατά τον μύθο των Ρωμαίων. Ο «γυιος της Λύκαινας» όρισε αργότερα τα όρια της Ρώμης: Της «Τάξης μέσα στο Χάος». Στις φυλές του Καυκάσου ο Λύκος απεικονίζεται με λευκό φως συμβολίζοντας την έννοια του έθνους. Οι Κινέζοι βλέπουν τον λύκο ως τον φύλακα του ουράνιου βασιλείου, ενώ οι Ιάπωνες τον θαυμάζουν για την επιμονή και την γρήγορη δράση του κατά την επίθεση.

Στην Αρχαία Ελλάδα οι Λύκοι ταυτίζονταν με τους μύστες ιερείς. Σε πολλά μυστήρια οι υψηλόβαθμοι αυτοί μύστες, συμμετείχαν στις ηλιακές τελετές του αστέρα Σείριου, του αστερισμού του Κυνός (Σκύλου). Το γιατί σχετίζονταν με τον Λύκο,  μπορούμε να το ανιχνεύσουμε στο συνθετικό «λυκ». Ανατρέχοντας στο λεξικό «Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Ι. Σταματάκου», και στο λήμμα «Λύκη», διαβάζουμε:

«Λύκη (=φως), απηρχαιωμένη λέξις, εξ ης τα: λυκάβας, λυκόφως, λύχνος, λύγδος, λευκός, λατ. Luceo, luna (luc-na), lux κλπ.».

Βλέπουμε, ότι η σημασία του «λυκ» είναι εκείνη του φωτός και μάλιστα του ηλιακού ή αστρικού. Εξ ου και το λατινικό «Lucifer» που πήρε αρνητικό φορτίο τελικά. Οι μεμυημένοι λοιπόν ήταν οι πεφωτισμένοι. Ο Φοίβος Απόλλων, ο αγαπητός θεός μας, καλείται και Λυκ-ωρεύς, ο φύλαξ τού φωτός. Ωρώ = φυλάττω. (όπως λέμε σήμερα επίσης θυρ-ωρός ο φύλαξ τής θύρας ή ακται-ωρός ο φύλαξ τής ακτής κλπ.)

Ο λύκος λοιπόν είναι έκφραση του ηλιακού πνεύματος και του ανώτερου πνευματικού Εγώ. Μας διδάσκει πως να αναπτύσσουμε θάρρος, δύναμη και εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Τα χαρακτηριστικά του λύκου περιλαμβάνουν την υψηλή ευφυΐα, την πίστη, την επιβίωση, την πειθαρχία, την ομαδικότητα, τη συμπόνια και την οικογένεια.

Ο λύκος για εμάς αντιπροσωπεύει τις οκτώ αρχές μας για την ζωή:

Κοινότητα (Συντροφικότητα)
Αφοσίωση (Πίστη)
Τιμή
Γενναιότητα (Τόλμη, Θάρρος, Αυταπάρνηση)
Δικαιοσύνη
Τάξη
Αρμονία (Ομορφιά)
Ηγεσία (Θυσία, Ηρωϊσμός, Δημιουργικότητα)

Ακολούθησε αυτόν το τρόπο ζωής για μία καλύτερη κοινωνία. Ακολούθησε τον δρόμο του Λύκου.

Πηγή : Περιοδικό Λυκώρεια .

Δημόκριτος – η απολογία ενός «τρελού»


Κάποτε κλήθηκε ο Ιπποκράτης στα Άβδηρα να εξετάσει για τρέλα τον Δημόκριτο, διότι υπήρχαν παράπονα για αυτόν ότι δεν φέρεται φυσιολογικά, και ότι γελάει με παράξενο τρόπο, κάθε φορά που αντίκριζε ανθρώπους. Ακολουθεί μέρος της «εξέτασης».

Ιπποκράτης: Λέγε στο όνομα των Θεών, μήπως λοιπόν όλος ο κόσμος νοσεί χωρίς να το αντιλαμβάνεται και δε μπορεί να ζητήσει από πουθενά βοήθεια για θεραπεία, γιατί τι θα υπήρχε πέρα από αυτόν;

Δημόκριτος: Υπάρχουν άπειροι κόσμοι Ιπποκράτη και μη παίρνεις για τόσο λίγη και μικρή τη φύση που έχει τόσο πλούτο.

Ιπποκράτης: Αλλά αυτά Δημόκριτε, θα τα διδάξεις άλλη στιγμή πιο κατάλληλη, γιατί τώρα φοβάμαι μήπως και για το άπειρο ακόμη συζητώντας αρχίσεις να γελάς. Τώρα όμως ξέρε πως θα δώσεις λόγο στον κόσμο για το γέλιο σου.

Εκείνος τότε με κοίταξε έντονα και είπε:

«Εσύ νομίζεις πως δύο είναι οι αιτίες του γέλιου μου, τα καλά και τα άσχημα. Εγώ όμως γελώ με ένα μόνο, τον άνθρωπο, τον γεμάτο ανοησία, κενό από οτιδήποτε σωστό, που όλα του τα σχέδια μοιάζουν με του μικρού παιδιού και που υποφέρει τους αβάσταχτους μόχθους χωρίς να υπάρχει καμιά ωφέλεια.

Τον άνθρωπο που χωρίς να γνωρίζει μέτρο στην επιθυμία του πορεύεται ως τα πέρατα της γης και τα έγκατά της που δεν έχουν όρια, λιώνοντας το ασήμι και το χρυσάφι που ποτέ δεν σταματά να αποκτά, πάντα κάνοντας θόρυβο για περισσότερα για να μην πέσει σε λιγότερα και δεν ντρέπεται να ονομάζεται ευτυχισμένος, ενώ σκάβει στα βάθη της γης χρησιμοποιώντας αλυσοδεμένα χέρια, ανθρώπων από τους οποίους σε άλλους υποχωρεί η γη και τους πλακώνει και άλλους ο καταναγκασμός αυτός τους κρατάει χρόνια σε αυτή την κόλαση σαν να ήταν η πατρίδα τους, μαζεύοντας ασήμι και χρυσό, ψάχνοντας ίχνη της σκόνης και ψήγματα, σηκώνοντας εδώ κι εκεί σωρούς από άμμο, ανοίγοντας τις φλέβες της γης, σπάζοντας τους σβώλους και το χώμα για την απόκτηση περιουσίας, κάνοντας τη μητέρα γη εχθρική και άλλοτε θαυμάζοντάς την κι άλλοτε καταπατώντας την, ενώ αυτή είναι πάντοτε η ίδια.

Πόσο γέλιο προκαλεί την επίμοχθη και κρυφή γη να αγαπούν και να υβρίζουν τη φανερή.
Άλλοι αγοράζουν σκυλιά, άλλοι άλογα κι άλλοι βάζοντας σύνορα σε μια μεγάλη περιοχή την ονομάζουν ιδιωτική τους περιουσία. Άλλοι πάλι που θέλουν να έχουν στην κατοχή τους μεγάλη έκταση, δεν το μπορούν μόνοι τους. Τότε σπεύδουν να παντρευτούν γυναίκες που ύστερα από λίγο καιρό τις διώχνουν, τις αγαπούν, τις μισούν, κάνουν παιδιά επειδή τα θέλουν κι ύστερα τα διώχνουν τελείως.

Τι είναι αυτή η κενή από περιεχόμενο και αλόγιστη βιασύνη που σε τίποτα δεν διαφέρει από τη μανία;

Πολεμούν τους ομοφύλους τους και δεν επιθυμούν την ησυχία. Στήνουν ενέδρες στους βασιλιάδες, διαπράττουν φόνους, σκάβουν τη γη ζητώντας ασήμι κι όταν το βρουν θέλουν να αγοράσουν γη κι όταν αγοράσουν τη γη πουλούν τους καρπούς της και πουλώντας τους καρπούς της πάλι παίρνουν ασήμι. Πώς βρίσκονται συνέχεια σε μεταβολή, πώς μεταβάλλουν συνέχεια την κατάστασή τους.

Όταν δεν έχουν περιουσία, ποθούν να την αποκτήσουν, όταν την έχουν την κρύβουν, την εξαφανίζουν. Κοροϊδεύω εκείνους που τους συμβαίνουν ατυχίες, γελάω ακόμη περισσότερο με εκείνους που είναι δυστυχισμένοι, γιατί έχουν παραβεί τους νόμους της αλήθειας, φιλονικώντας με έχθρα μεταξύ τους, μαλώνοντας με τ’ αδέρφια τους, τα παιδιά τους, τους συμπολίτες τους, κι όλα τούτα τα κάνουν για ν’ αποκτήσουν πράγματα που κανείς όταν πεθάνει δεν τα εξουσιάζει.

Σκοτώνουν ο ένας τον άλλον, δεν σέβονται τους νόμους, αδιαφορούν για τη δύσκολη κατάσταση των φίλων και της πατρίδας τους, πλουτίζουν με πράγματα ανάξια που δεν έχουν ψυχή, δίνουν όλη την περιουσία τους για να αγοράσουν ανδριάντες, γιατί τους φαίνεται πως τα αγάλματα μιλούν, αλλά τους ανθρώπους που μιλούν λέγοντας την αλήθεια τους μισούν. Ζητούν ότι τους είναι δύσκολο, γιατί όταν κατοικούν στη στεριά ποθούν τη θάλασσα κι όταν μένουν σε νησί ποθούν την ηπειρωτική χώρα κι όλα τα διαστρέφουν με βάση τη δική τους επιθυμία. Φαίνονται πως επαινούν την ανδρεία στον πόλεμο, αλλά κάθε μέρα νικιούνται από την ακολασία, τη φιλαργυρία κι όλα τα άλλα πάθη από τα οποία πάσχουν. Είναι όλοι τους Θερσίτες της ζωής.

Τώρα, όμως, καθώς χάνουν το μυαλό τους και γεμίζουν αλαζονεία για όσα υπάρχουν στη ζωή, σαν αυτά να ήταν πάντα σταθερά, χωρίς να περνά από τον νου τους πόσο άτακτη είναι η πορεία των πραγμάτων, είναι δύσκολο να διδαχτούν. Γιατί θα αρκούσε για να τους φρονηματίσει η μεταβολή των πάντων, που κάνοντας απότομη στροφή μας επιτίθεται και επινοεί κάθε είδους αιφνιδιαστική τροχηλασία.

Αυτοί, όμως, σαν να βάδιζαν σε σταθερό και σίγουρο δρόμο, ξεχνούν τις συμφορές που τους βρίσκουν συνεχώς και με διάφορους τρόπους επιθυμούν αυτά που φέρνουν λύπη, επιζητούν εκείνα που τους βλάπτουν και ρίχνονται σε μεγάλες συμφορές.

Γιατί λοιπόν, Ιπποκράτη, μέμφθηκες το γέλιο μου; Γιατί κανένας δεν γελά με τη δική του ανοησία, αλλά καθένας κοροϊδεύει την ανοησία του άλλου. Το γέλιο μου κατακρίνει την απερισκεψία των ανθρώπων, το ότι δεν έχουν ούτε μάτια ούτε αυτιά.»

Φεύγοντας, έφτασα τους Αβδηρίτες που με περίμεναν στον λόφο απ’ όπου παρακολουθούσαν και τους είπα: Μεγάλη χάρη σας χρωστώ για την πρόσκλησή σας- γιατί είδα τον Δημόκριτο, τον σοφότατο, που διερεύνησε και κατάλαβε την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης, τον μόνο που έχει τη δύναμη να σωφρονίσει τους ανθρώπους.

Πηγή: Επιστολαί – Ο Ιπποκράτης χαιρετά τον Δαμάγητο

H αρχιτεκτονική του πνεύματος και η Ευρώπη

Για άλλη μια φορά στην ιστορία, η Ευρώπη βρίσκεται σε μία μεγάλη υπαρξιακή κρίση. Η πνευματική παρακμή οδηγεί αυτομάτως πάντα σε υλική δυσπραγία και αντιστρόφως η υλική ευημερία ακολουθεί αυτομάτως την πνευματική. Οι αρχιτέκτονες της σημερινής Ευρώπης, προσπάθησαν να οικοδομήσουν έναν «πύργο της Βαβέλ» με συνδετικό υλικό την οικονομία, παραγνωρίζοντας πολύ βασικούς παράγοντες και νόμους της φύσης. Το οικοδόμημα δεν έχει κανένα μέλλον, όσο και αν προσπαθήσουν να το διορθώσουν πάνω σε αυτό το σχέδιο, γιατί ο οικονομικός παράγοντας δεν μπορεί ποτέ να ενώσει πραγματικά και να κρατήσει μεγάλο βάρος. Τα δεινά που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, είναι όλα -μα όλα- απότοκα των επιλογών του αρχιτέκτονα με τις αντιλήψεις που πηγάζουν από ένα Σουμεριο/Βαβυλωνιακό δόγμα που κυριαρχεί ως παγκόσμιο θέσφατο.

Σήμερα η ισορροπία δυνάμεων στον κόσμο αλλάζει, η παγκοσμιοποίηση επελαύνει, ένας παγκόσμιος οικονομικός και πολιτισμικός μεσαίωνας είναι προ των πυλών, ο πόλεμος, ο ρατσισμός, η φεουδαρχία, η στυγνή εκμετάλλευση, η μετανάστευση και η ανασφάλεια εξαπλώνονται παντού. Τα αποτελέσματα πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αποτυχιών καταδυναστεύουν την ανθρωπότητα. Οι πολλοί νόμοι δε και η κοινωνική καταστολή, μαρτυρούν ένα αποτυχημένο πολιτικό σύστημα, χωρίς καμία συνοχή. Νομίζουμε ότι είμαστε ένας ανώτερος πολιτισμός γιατί έχουμε υλικά αγαθά και τεχνολογία. Είμαστε ένα ζόμπι. Ένας ζωντανός νεκρός. Ή μάλλον ένα ρομπότ που αν του κόψεις την παροχή, θα πάψει να υπάρχει. Πόσο ανώτερος μπορεί να είναι ένας πολιτισμός από τον κλασσικό Ελληνορωμαϊκό για παράδειγμα, όταν απουσιάζει το ΔΙΚΑΙΟ, το ΟΜΟΡΦΟ και το ΑΓΑΘΟ; Η απαξίωση του ανθρώπου έναντι της οικονομίας, έχει την βαθιά ρίζα της σε ένα παλιό πνευματικό εκφυλιστικό ναρκωτικό. Η Ευρώπη αυτή τη στιγμή βρίσκεται αντιμέτωπη με την μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της και ταυτόχρονα ναρκωμένη σε μία σύγχυση και παραζάλη. Παρ’ όλα τα προβλήματα που την έχουν γονατίσει στα πρόθυρα του θανάτου, σπαράσσεται και από μικροεθνικισμούς και διχαστικές ιδεοληψίες που οι δεσμοφύλακες των σκλάβων, καλλιεργούν υπομονετικά και υποχθόνια για να μην μπορέσουν ποτέ να έχουν πιθανότητες να συνέλθουν να καταλάβουν την αλήθεια και να πολεμήσουν.


Λοιπόν αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη εξακρίβωσης μίας νέας φυσικής τάξης. Η Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει μία τέτοια ακρόπολη; Μία καστροπολιτεία αναγέννησης;

Οι μόνοι τρόποι για να μπορέσει η Ευρώπη μας να υπερβεί τους διασπαστικούς σωβινισμούς και να γίνει μία μεγάλη εθνική οντότητα, είναι δύο. Μπορεί να ενωθεί, είτε κάτω από έναν μεγάλο κοινό πόλεμο, είτε κάτω από μία μεγάλη ενοποιό πνευματική δύναμη. Με κανέναν οικονομικό ή άλλο πραράγοντα. Και η μόνη πνευματική δύναμη που μπορεί να είναι ενοποιός για την Ευρώπη, πέρα από οικονομικά συμφέροντα, θρησκευτικές διαφορές και μικροεθνικισμούς, είναι ο Ελληνισμός. Ένα δυνατό αφυπνιστικό Ιδεώδες! Ο δε πόλεμος, μπορεί πράγματι να ενώσει κάτω από την έσχατη ανάγκη επιβίωσης, αλλά μόνο ως βραχυπρόθεσμη αντίδραση και δεν μπορεί να φέρει πολιτισμική αναγέννηση και δημιουργία. Κάνουμε συχνά λόγο για «Ελληνικό Κοινοτισμό» (και όχι «εθνικό») δίνοντας ιδεολογικό – πνευματικό φορτίο στο όραμά μας για τον κόσμο του αύριο. Η πνευματική προϋπόθεση, πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση, η αφετηρία και ο στόχος, από τα ανθρωπολογικά θεμέλια μέχρι την πολιτισμική κορύφωση, ενός μεγάλου ευρωπαϊκού οικοδομήματος, το οποίο να αποτελέσει ξανά έναν πολιτισμικό φάρο της ανθρωπότητας. Το ελληνικό Ιδεώδες μπορεί να γίνει μία ζωοποιός ενέργεια επιβίωσης. Ένα κοινό μεγάλο όραμα και η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, προς έναν νέο μεγάλο πολιτισμό που θα κρατήσει για χίλια χρόνια και θα φέρει την ανθρωπότητα σε νέα δυσθεώρητα ύψη.

Γράφει ο ελληνιστής Jean Pierre Vernant στο «Μύθος και Σκέψη»:

«Και όμως, αν υπάρχει πράγματι μια ιστορία του εσωτερικού ανθρώπου, αλληλένδετη με την ιστορία των πολιτισμών, τότε θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στο σύνθημα που έριξε, εδώ και μερικά χρόνια, ο Z. Barbu, στο βιβλίο του Προβλήματα Ιστορικής Ψυχολογίας: «Πίσω στους Έλληνες!» […] Ο Αρχαίος Έλληνας βρίσκεται αρκετά κοντά μας, κι έτσι μπορούμε να επικοινωνήσουμε μαζί του χωρίς πολλά εμπόδια, να καταλάβουμε τη γλώσσα που μιλά στα έργα του, να φτάσουμε, πέρα από κείμενα και άλλα στοιχεία, ως το νοητικό περιεχόμενο, τις μορφές σκέψης και αισθαντικότητας, τους τρόπους οργάνωσης της βούλησης και των πράξεων – με μια λέξη, να συλλάβουμε μιαν αρχιτεκτονική του πνεύματος.»

Μια αρχιτεκτονική του πνεύματος λοιπόν, ενάντια σε μία συντηρητική οπισθοδρόμηση ή μία στείρα αντίδραση, μπορεί να αναδείξει αυτά που μας ενώνουν, υπερβαίνοντας αυτά που μας χωρίζουν. Να υψωθεί σαν φάρος σωτηρίας και αντίστασης μέσα στον κατακλυσμό. Να γεννήσει μία νέα ευρωπαϊκή ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ και να αναζωογονήσει τους ανθρώπους, να φέρει κοινό όραμα, ενότητα, αγωνιστικότητα, δύναμη και προοπτική. Μία νέα κοσμοθέαση και έναν νέο πολιτισμό – ελπίδα για το αύριο.

Δ.Τ.

Πηγή : Περιοδικό Λυκώρεια .